ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΗ ΑΔΕΝΑ ΣΤΟ ΣΚΥΛΟ
Καλοήθης Υπερπλασία Προστάτη (ΚΥΠ)
Πρόκειται για διόγκωση του προστάτη αδένα, η οποία οφείλεται στην επίδραση ορμονών που παράγουν οι όρχεις και συγκεκριμένα της τεστοστερόνης και των οιστρογόνων, στο παρέγχυμά του.
Στη νεανική μορφή της είναι μια φυσιολογική διαδικασία και σπάνια εξελίσσεται σε κλινική νόσο.
Η συνήθης μορφή της νόσου αφορά αρσενικούς σκύλους, μη στειρωμένους, ηλικίας μεγαλύτερης των 4 ετών και εκδηλώνεται κλινικά με έξοδο αιμορραγικού ή πυοαιμορραγικού εκκρίματος από την ακροποσθία, στα μεσοδιαστήματα της ούρησης. Πρακτικά οι ιδιοκτήτες σκύλων παρατηρούν σταγόνες αίματος, στο πάτωμα του σπιτιού, στις σκάλες ή ακόμα και κατά τον περίπατο με το σκύλο τους. Σε πιο βαριές μορφές της νόσου είναι δυνατό να παρατηρηθεί δυσκολία στην ούρηση ή/και στην αφόδευση, λόγω της διόγκωσης του προστάτη αδένα.
Η ΚΥΠ εύκολα διαπιστώνεται από τον κλινικό κτηνίατρο με δακτυλική ψηλάφηση. Σε περιπτώσεις που αυτή δεν είναι δυνατή, ή το αποτέλεσμά της δεν είναι ικανοποιητικό για τον κτηνίατρο, η διάγνωση τίθεται μετά από ακτινογράφημα κοιλίας ή υπερηχοτομογραφική εξέταση (η οποία είναι και η μόνη που μπορεί να μας δώσει στοιχεία για την δομή του αδένα).
Η διαφορική διάγνωση της ΚΥΠ περιλαμβάνει κυρίως τις νεοπλασίες του προστάτη αδένα, αλλά και άλλα νοσήματα.
Η αντιμετώπιση της ΚΥΠ είναι κυρίως χειρουργική και συνίσταται στην απομάκρυνση των όρχεων (ορχεκτομή), οι οποίοι είναι και υπεύθυνοι για την πρόκλησή της. Ως αποτέλεσμα της χειρουργικής επέμβασης, ο προστάτης αδένας υποχωρεί σε μέγεθος εντός 3-5 εβδομάδων.
Τα τελευταία χρόνια έχουν προταθεί και συντηρητικοί τρόποι αντιμετώπισης της ΚΥΠ, με τη χορήγηση ορμονικών σκευασμάτων. Από την εμπειρία μας, η χορήγηση των σκευασμάτων αυτών, πέραν των πιθανών παρενεργειών (σοβαρές σε αρκετά περιστατικά) που εμπεριέχει η χορήγησή τους, απλά μετατοπίζουν χρονικά την χειρουργική επέμβαση σε μεταγενέστερο χρόνο.
Πρόκειται για φλεγμονή του προστάτη αδένα η οποία οφείλεται σε ανιούσα βακτηριακή λοίμωξη, που διαπερνά τους φυσικούς μηχανισμούς άμυνας της ουρήθρας και εγκαθίσταται στον προστάτη.
Κλινικά εκδηλώνεται με πυρετό, πόνο στην ψηλάφηση του οπίσθιου τμήματος της κοιλιακής κοιλότητας, πόνο κατά την ούρηση ή/και την αφόδευση. Στην δακτυλική ψηλάφηση ο προστάτης εμφανίζεται διογκωμένος και επώδυνος.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση της νόσου γίνεται με τη χορήγηση κατάλληλων αντιβιοτικών σκευασμάτων, στην ορθότερη των περιπτώσεων μετά από κυτταρολογική εξέταση επιχρισμάτων του προστάτη.
Πρόκειται για την εξέλιξη μιας προϋπάρχουσας προστατίτιδας ή μιας μη αντιμετωπίσιμης προστατίτιδας. Οι παράγοντες που οδηγούν στην εξέλιξη μιας διάχυτης προστατίτιδας σε αποστηματοποίηση του προστάτη δεν είναι πλήρως καθορισμένες. Ο μικροοργανισμός που συνηθέστερα απομονώνεται είναι η E.coli και σπανιότερα Staphylococcus spp και Proteus spp.
Κλινικά η νόσος εκδηλώνεται με πυρετό και πόνο στην ψηλάφηση του οπίσθιου τμήματος της κοιλιακής κοιλότητας. Στην δακτυλική ψηλάφηση ο προστάτης εμφανίζεται διογκωμένος και επώδυνος.
Η αιματολογική εξέταση μας δίνει χρήσιμες πληροφορίες για την παρουσία ουδετεροφιλίας (αυξημένος αριθμός ουδετερόφιλων κυττάρων, χαρακτηριστικά της υπάρχουσας βαριάς φλεγμονής του προστάτη) και πιθανά αυξημένες τιμές βιοχημικών παραμέτρων του ορού του αίματος, όπως η αλκαλική φωσφατάση.
Η ακτινολογική και η υπερηχοτομογραφική εξέταση είναι απαραίτητη για την τελική διάγνωση.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση της νόσου είναι αποκλειστικά χειρουργική.
Προστατικές κύστεις (ενδοπροστατικές – παραπροστατικές)
Πρόκειται για μη φυσιολογικές συναθροίσεις προστατικών εκκρίσεων, οι οποίες είναι αδύνατο να παροχετευτούν από τον αδένα, λόγω έμφραξης των εκφορητικών πόρων του. Οι κύστεις αυτές μπορεί να είναι εξαιρετικά ευμεγέθεις και συνήθως οι προσβεβλημένοι σκύλοι πάσχουν και από άλλες νόσους του προστάτη (καλοήθη υπερπλασία, απόστημα ή νεοπλασίες). Οι σκύλοι που προσβάλλονται είναι συχνότερα μεσαίου μεγέθους φυλών ή μεγαλόσωμων φυλών.
Κλινικά η νόσος εκδηλώνεται με συμπτώματα διαταραχών της ούρησης, όπως στραγγουρία, δυσουρία, αιματουρία και ακράτεια. Στην ψηλάφηση της κοιλιακής κοιλότητας είναι δυνατό να διαπιστωθεί μια μάζα στην οπίσθια κοιλιακή χώρα.
Η διάγνωση ολοκληρώνεται με τη διενέργεια ακτινολογικού και υπερηχοτομογραφικού ελέγχου.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση είναι χειρουργική και πάντα σε συνάρτηση με το μεγέθος των κύστεων. Μπορεί να περιλαμβάνει αναρρόφηση του υγρού της κύστης στις ηπιότερες μορφές της νόσου έως μεγαλύτερες χειρουργικές επεμβάσεις για την αφαίρεση των κύστεων. Σε κάθε περίπτωση παράλληλα διενεργείται και ορχεκτομή.
Είναι σχετικά σπάνιες και αφορούν συνήθως σκύλους φυλών μεσαίου ή μεγάλου μεγέθους. Έχουν μεγάλη τάση μεταστάσεων, συνηθέστερα στους υποσφϋικούς λεμφαδένες, οσφϋικούς σπονδύλους, τα οστά της πυέλου αλλά και σε πιο απομακρυσμένα σημεία. Οι όγκοι αυτοί συνήθως προκαλούν συμπτώματα από το ουροποιητικό, όπως δυσουρία και αιματουρία. Η κλινική εικόνα είναι συνάρτηση των μεταστάσεων και μπορεί να περιλαμβάνει χωλότητα, πόνο και νευρολογικά συμπτώματα στα οπίσθια άκρα.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση δεν είναι εύκολη μιας και οι νεοπλασίες του προστάτη αδένα δεν ανταποκρίνονται στη συντηρητική αγωγή, όπως μέχρι ένα βαθμό συμβαίνει στον άνθρωπο.
Η χειρουργική αντιμετώπιση περιλαμβάνει την ολική ή μερική προστατεκτομή. Πρόκειται για δύσκολες επεμβάσεις τεχνικά, οι οποίες στη μεγάλη πλειοψηφία των περιστατικών αφήνουν στους σκύλους μετεγχειρητικά ακράτεια διαφόρων βαθμών. Ως εκ τούτου δεν αποτελούν πλέον την πρώτη επιλογή των κτηνιάτρων χειρουργών, μιας και η ποιότητα ζωής των σκύλων μετεγχειρητικά δεν είναι αποδεκτή.